Η καρδιακή ανεπάρκεια προκαλείται όταν η καρδιά υφίσταται σημαντική βλάβη, μετά από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, υπέρταση ή άλλους παράγοντες. Το ζωτικό αυτό όργανο χάνει την ικανότητά του να αντλεί επαρκείς ποσότητες αίματος και να τις στέλνει προς όλα τα σημεία του σώματος, που το έχουν ανάγκη.
Η νόσος έχει 2 μορφές:
1. Αριστερή καρδιακή ανεπάρκεια. Όπως φανερώνει η ονομασία, στην περίπτωση αυτή, η βλάβη εντοπίζεται στην αριστερά κοιλία της καρδιάς, που αδυνατεί να προωθήσει το αίμα προς την αορτή. Η πίεση προς τα «πίσω» (αριστερό κόλπο και πνεύμονες) αυξάνεται. Έτσι τα συμπτώματα, που εμφανίζονται είναι από τους πνεύμονες, κυρίως δύσπνοια.
2. Δεξιά καρδιακή ανεπάρκεια. Η βλάβη βρίσκεται στην δεξιά κοιλία, που αδυνατεί να προωθήσει το αίμα προς την πνευμονική αρτηρία. Η πίεση αυξάνεται προς το δεξιό κόλπο και τις φλέβες και τα συμπτώματα είναι κυρίως οιδήματα στα κάτω άκρα.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι το 1% - 2% του παγκόσμιου πληθυσμού πάσχει από καρδιακή ανεπάρκεια. Με βάση αυτό το στοιχείο, ο αριθμός των Ελλήνων που πάσχουν από καρδιακή ανεπάρκεια εκτιμάται ότι είναι περίπου 100-200.000 άτομα, στους οποίους κάθε χρόνο προστίθενται 15.000 έως 30.000 νέοι ασθενείς!
Όπως γίνεται φανερό, μία από τις κύριες αιτίες της καρδιακής ανεπάρκειας είναι η αθηροσκλήρυνση. Αυτή εμφανίζεται στο εσωτερικό τοίχωμα των στεφανιαίων αγγείων, όταν ένα μείγμα χοληστερόλης, φλεγμονωδών κυττάρων και ινώδους ιστού δημιουργεί τη λεγόμενη αθηρωματική πλάκα.
Με το πέρασμα του χρόνου, η πλάκα αυτή αυξάνεται σε πάχος, μικραίνει τη διάμετρο του αυλού του στεφανιαίου αγγείου και προκαλεί στένωσή του.
Η ροή του αίματος προοδευτικά ελαττώνεται και η μείωση της παροχής οξυγόνου στο μυοκάρδιο οδηγεί σε στηθάγχη. Αν η πλάκα αυτή σπάσει, μπορεί να εμποδίσει τη ροή του αίματος σε ζωτικής σημασίας όργανα όπως η καρδιά και ο εγκέφαλος και να οδηγήσει σε καρδιακό ή εγκεφαλικό επεισόδιο.
Πρόκειται για ένα μείζον πρόβλημα υγείας, καθώς αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου στον σύγχρονο κόσμο.
Η στεφανιαία νόσος εκδηλώνεται συχνά σε ανθρώπους, οι οποίοι έχουν έναν ή περισσότερους προδιαθεσικούς παράγοντες. Οι παράγοντες αυτοί είναι:
• ηλικία (στους άνδρες άνω των 45 ετών, στις γυναίκες άνω των 55 ετών)
• κληρονομικότητα
• υπερχοληστερολαιμία («κακή» χοληστερίνη πάνω από 130, «καλή» κάτω από 35)
• σακχαρώδης διαβήτης
• υπέρταση (πάνω από 140/90)
• κάπνισμα.