Οι απαρχές των μεταμοσχεύσεων ανάγονται στους αρχαίους χρόνους. Μεταμοσχεύσεις δέρματος έκαναν και οι αρχαίοι Αιγύπτιοι. Οι πρώτες όμως μεταμοσχεύσεις ζωτικών οργάνων και ιστών του ανθρώπινου σώματος έγιναν στην εποχή μας. Έτσι, η πρώτη μεταμόσχευση νεφρού πραγματοποιήθηκε το 1954, ενώ η πρώτη επιτυχής μεταμόσχευση καρδιάς το 1967.
Οι μεταμοσχεύσεις καθιερώθηκαν ως θεραπευτικές μέθοδοι, που θεωρούνται μάλιστα ιδιαίτερα αποτελεσματικές γιατί δεν περιορίζονται στη συντήρηση αλλά προχωρούν στη ριζική εξαφάνιση προβλημάτων υγείας. Ακόμη και η μετάγγιση αίματος (μεταφορά υγρού ιστού) αποτελεί μορφή μεταμόσχευσης.
Είναι γνωστό ότι απαραίτητη προϋπόθεση για την πραγματοποίηση μιας μεταμόσχευσης είναι η προσφορά του μοσχεύματος, είτε από ζώντα είτε από πτωματικό δότη. Αυτό και μόνο, η προσφορά του μοσχεύματος, καθιστά τις μεταμοσχεύσεις χώρο όπου δοκιμάζονται οι αξίες και οι προτεραιότητες μιας κοινωνίας και μετριέται η εναπομένουσα αγάπη και ο αλτρουισμός των μελών της.
Η αποτελεσματικότητα των μεταμοσχεύσεων, ιδίως μετά την ανακάλυψη των ανοσοκατασταλτικών, έχει ιδιαίτερα αυξηθεί, αφού το ποσοστό τριετούς επιβίωσης των μεταμοσχευθέντων σε 742 κέντρα των ΗΠΑ επί του συνόλου των μεταμοσχευθέντων (εκτός αυτής των πνευμόνων και της καρδιοπνευμονικής) φθάνει το 91%.
Το θέμα της δωρεάς οργάνων είναι λιγότερο θέμα πολιτικής ή νομικής φύσεως. Είναι κυρίως θέμα ιδεολογικής καλλιέργειας και σωστής ενημέρωσης. Σύμφωνα με στατιστικές που κυκλοφορούν διεθνώς, το ποσοστό των δυνητικών δοτών στην Ισπανία και τις ΗΠΑ είναι περίπου 50 ανά εκατομμύριο πληθυσμού ανά έτος, ενώ στην Ελλάδα ο αριθμός αυτός μετά δυσκολίας πλησιάζει το 10.
Παρά ταύτα, ενώ η χώρα μας έχει το χαμηλότερο ποσοστό (5,5 ανά εκατομμύριο) στην Ευρώπη προσφοράς πτωματικών οργάνων, έχει από τα υψηλότερα ποσοστά (7,8 ανά εκατομμύριο) προσφοράς οργάνων από ζώντα δότη, δείγμα των στενών συγγενικών δεσμών μας. Στην Ισπανία, που είναι χώρα με πρωτοποριακή πρακτική στο θέμα της δωρεάς οργάνων, ενώ τα τελευταία χρόνια μειώθηκαν τα τροχαία ατυχήματα, και συνεπώς τα περιστατικά εγκεφαλικού θανάτου, ταυτόχρονα αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των δοτών.
Βέβαια, στη χώρα αυτή, όπως και στο Βέλγιο, την Αυστρία και πρόσφατα στην Ιταλία, θεσπίστηκε νομοθετικά η «εικαζόμενη συναίνεση» για να ξεπεραστεί το πρόβλημα της έλλειψης οργάνων. Με άλλα λόγια, θεωρείται πλέον δότης όποιος δεν έχει εγγράφως αρνηθεί κάτι τέτοιο όταν ήταν εν ζωή! Καθώς περνούν τα χρόνια γίνεται συνείδηση όλο και σε περισσότερες χώρες ότι η δωρεά οργάνων είναι μια πράξη που και ιατρικά συνιστάται σε συγκεκριμένες περιπτώσεις αλλά και ηθικά και λογικά είναι απόλυτα δικαιολογημένη.
Το θέμα των μεταμοσχεύσεων είναι πολυσύνθετο και αντιμετωπίζεται από πολλά επίπεδα και πλευρές. Συζητείται από ιατρικής, νομικής, βιοηθικής και θρησκευτικής πλευράς.
Κάθε μόσχευμα αποτελεί κοινωνικό αγαθό. Η διάθεσή του πρέπει να ακολουθεί ορισμένους διαφανείς κανόνες για την προστασία του κοινωνικού συνόλου. Οι γιατροί έχουν τον πρώτο λόγο σε αυτήν την διαδικασία, μην ξεχνώντας όμως ποτέ ότι και αυτοί δεν είναι «οι ετάζοντες νεφρούς και καρδίας», αλλά οι διαχειριστές του υπέρτατου αγαθού της υγείας.
Αναλυτικότερα, τα θέματα που αποτελούν σημεία τριβής για μια μεταμόσχευση και οι προβληματισμοί που την συνοδεύουν είναι:
Επί ζώντων συγγενών δοτών. Πρόκειται κατά κύριο λόγο για μεταμόσχευση νεφρών όπου ο συγγενής, συνήθως γονιός προς παιδί, προσφέρει τον ένα νεφρό του.
Επί ζώντων μη συγγενών δοτών. Πρόκειται για περιπτώσεις όπου από καθαρά αλτρουιστικούς λόγους, ένας συνάνθρωπος προσφέρει τον νεφρό του σε έναν νεφροπαθή χωρίς κανένα αντάλλαγμα. Σε αυτήν την περίπτωση έχουμε τις περισσότερες καταγγελίες σε χώρες του Τρίτου Κόσμου για εμπορευματοποίηση της προσφοράς.
Επί συγγενών δοτών (για προσφορά μέρους του ήπατος ή του παγκρέατος ή του εντέρου).
Επί πτωματικών δοτών. Είναι το μεγάλο αγκάθι που προβληματίζει ακόμη τόσο το κοινό όσο και μερίδα του ιατρικού κόσμου. Για την αντιμετώπισή του απαιτείται:
α) Σχολαστική τήρηση των ισχυόντων για τα κριτήρια του εγκεφαλικού θανάτου.
β) Συζήτηση νέων ιατρικών παραμέτρων που θα εισηγηθούν γιατροί και ΜΕΘ.
γ) Συνεχής και συστηματική ενημέρωση του κόσμου σχετικά με τον εγκεφαλικό θάνατο, ώστε να αντιμετωπιστεί κάθε ενδεχόμενο παραπληροφόρησης.
Το 1968 συγκροτήθηκε επί του εν λόγω αντικειμένου επιτροπή στην ιατρική σχολή του Χάρβαρντ η οποία καθόρισε κριτήρια ικανά να διαπιστώσουν τον εγκεφαλικό θάνατο. Παρά το γεγονός ότι τα εν λόγω κριτήρια χρησιμοποιήθηκαν ως γνώμονες, αναθεωρήθηκαν το 1974, 1975 και το 1981 από τους ειδήμονες της Προεδρικής επιτροπής των ΗΠΑ για την μελέτη των ηθικών και βιοϊατρικών προβλημάτων στην ιατρική και τελικά χρησιμοποιήθηκαν οριστικά από Wijdicks και από την υποεπιτροπή της Αμερικανικής Νευρολογικής Ακαδημίας.
Η κλινική διαπίστωση του εγκεφαλικού θανάτου θα πρέπει να πραγματοποιείται τουλάχιστον από δύο γιατρούς, εκ των οποίων ο ένας να είναι νευρολόγος και κανείς από αυτούς να μην είναι μέλος της ομάδας ή της επιτροπής μεταμοσχεύσεων οργάνων. Η κλινική εκτίμηση και εξέταση του σώματος πρέπει να πραγματοποιηθεί δύο φορές σε διάστημα 48 ωρών, ιδιαίτερα σε άτομα νεαρής ηλικίας.
Στη συνέχεια της κλινικής αξιολόγησης του σώματος από εγκεφαλικό θάνατο, επιβάλλεται η εργαστηριακή επιβεβαίωση αυτού, η οποία περιλαμβάνει σειρά εξετάσεων που τεκμηριώνουν την πλήρη νέκρωση της εγκεφαλικής ουσίας.
Από νομικής πλευράς, στη χώρα μας ισχύει ο Νόμος 1383 της 4/5.8.83 με τον τίτλο «Αφαιρέσεις και μεταμοσχεύσεις ανθρωπίνων ιστών και οργάνων», ο οποίος κατάργησε στο σύνολό του το Νόμο 821/1978, τα άρθρα 1 και 2 του Νόμου 1028/1980 και κάθε άλλη γενική ή ειδική διάταξη που αντέβαινε σε αυτόν, καθώς επίσης και ποικίλες υπουργικές αποφάσεις που εκδόθηκαν σε εκτέλεση των διατάξεών του.
Η βάση της ηθικής των μεταμοσχεύσεων στη χώρα μας (εκκλησιαστική προσέγγιση) για την Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η θεολογία. Φυσικά απόρροια της θεολογίας είναι η ηθική και πνευματική ζωή. Η Ορθοδοξία βλέπει τη μεταμόσχευση σαν πράξη αγάπης και θυσίας χάριν των συνανθρώπων, βασιζόμενη σε κανόνες και προϋποθέσεις. «Μακάριον εστί μάλλον διδόναι ή λαμβάνειν».
Στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια παρουσιάζεται μία έντονη κινητικότητα γύρω από το θεσμό αυτό, τόσο σε θεωρητικό όσο και σε πρακτικό πεδίο.
Η πρόσφατη μάλιστα σύσταση από την πολιτεία του Εθνικού Συμβουλίου Μεταμοσχεύσεων ως συντονιστικού και καθοδηγητικού οργάνου για την περαιτέρω ανάπτυξή του, συνιστά ενδεικτική των διαστάσεων του ζητήματος στάση αλλά και της ανάγκης να οριοθετηθούν από την αρχή τα πλαίσια των επιστημονικών κατευθύνσεων και εφαρμογών προς αποτροπή καταχρήσεων, καταδολιεύσεων και παραβάσεων βασικών, ηθικών κυρίως κανόνων σε βάρος του ανθρώπου.
Πρέπει λοιπόν να υπάρχουν κανόνες, προϋποθέσεις, διαφάνεια, εμπιστοσύνη, ενημέρωση από τα ΜΜΕ για την σπουδαιότητα και αναγκαιότητα των μεταμοσχεύσεων. «Ουκ έστιν άλλως σωθήναι ειμή διά του πλησίον».
Στέφανος Βλατάκης
Ιατρός ΜΒΑ (Health Care and Quality Management)- IAF (Rome)
MasterClass στο Harvard Medical School, Nottingham Trent University. Μέλος της Επιστημονικής Εταιρείας Management Υπηρεσιών Υγείας και της European Association of Hospital Managers (EAHM).
τ. πρόεδρος ΔΣ - διοικητής Γεν. Νοσοκομείου Καλαμάτας.