Κάποτε ο ιδιοφυής Albert Einstein δήλωσε ότι: «τα μακριά μαλλιά μειώνουν την εξάρτηση από τους κουρείς», υποστηρίζοντας έτσι την ατημέλητη και όχι και τόσο κομψή εμφάνιση που τον χαρακτήριζε. Μπορεί ο μεγαλύτερος φυσικός του 20ού αιώνα ν’ αδιαφορούσε για οποιαδήποτε εκδήλωση τρυφηλότητας, όμως αυτό δεν ίσχυε για την πλειονότητα των σημαντικότερων προσωπικοτήτων που παρέλασαν στην ιστορία. Σήμερα, μπορεί οι θιασώτες της ανδροπρέπειας να είναι είδος προς εξαφάνιση, όμως η τέχνη τους συνεχίζει να είναι προνόμιο των ανδρών που ξέρουν να διατηρούν αλώβητη την αρρενωπότητα και το στυλ τους.
Μία τέχνη γεννιέται
Από τα αρχαιότερα επαγγέλματα, η τέχνη του κουρέα μετρά περισσότερα από 6.000 χρόνια. Οι κουρείς ήταν τα σημαντικότερα πρόσωπα της φυλής, διαθέτοντας την ικανότητα να ξορκίσουν τα κακά πνεύματα που ζούσαν στο ανθρώπινο σώμα. Αυτό, γιατί οι πρωτόγονοι άνθρωποι ήταν δεισιδαίμονες, έχοντας την πεποίθηση ότι τα καλά και τα κακά πνεύματα εισβάλλουν στο σώμα μέσω των μαλλιών.
Έτσι, ο μόνος τρόπος για να εκδιωχθούν τα κακά πνεύματα ήταν το κόψιμο των μαλλιών. Οι κουρείς αποτελούσαν το επίκεντρο των θρησκευτικών τελετών, γάμων και βαπτίσεων, ενώ μετά το τέλος των τελετών και του χορού έκοβαν τα μαλλιά των μελών της φυλής και τα χτένιζαν σφιχτά προς τα πίσω, έτσι ώστε τα κακά πνεύματα να μην μπορούν να μπουν και τα καλά να μην «δραπετεύσουν».
Στην αρχαία Αίγυπτο οι κουρείς απολάμβαναν του σεβασμού και της υψηλής κοινωνικής θέσης. Αρχαία μνημεία δείχνουν ότι οι Αιγύπτιοι ξύριζαν τα κεφάλια τους και τα γένια τους, ενώ οι ιερείς συνήθιζαν να ξυρίζουν όλο το σώμα τους κάθε τρίτη μέρα. Μάλιστα σύμφωνα με τη Βίβλο, όταν ο Ιωσήφ κλήθηκε να εμφανιστεί μπροστά στον Φαραώ, προκειμένου να μην τον προσβάλει η ατημέλητη εμφάνισή του ένας κουρέας στάλθηκε για να τον ξυρίσει.
Περίοπτη ήταν η θέση των κουρέων και στην αρχαία Ελλάδα, καθώς οι Αθηναίοι συναγωνίζονταν ο ένας τον άλλον αναφορικά με την πιο καλοσχηματισμένη γενειάδα. Πολιτικοί, ποιητές και φιλόσοφοι επιζητούσαν διακαώς τις υπηρεσίες των κουρέων προκειμένου να περιποιηθούν τα μαλλιά και τη γενειάδα τους, ενώ παράλληλα συζητούσαν σημαντικά πολιτικά, κοινωνικά και αθλητικά θέματα. Τον 3ο αιώνα π.Χ., όταν οι Μακεδόνες υπό τον Μέγα Αλέξανδρο ξεκίνησαν την εκστρατεία τους στα βάθη της Ασίας, έχασαν αρκετές μάχες από τους Πέρσες «προδομένοι» από την εμφάνισή τους. Οι Πέρσες τους γράπωναν από τις γενειάδες τους, τους έριχναν από τα άλογά τους και στη συνέχεια τους τρυπούσαν με το δόρυ. Ως αποτέλεσμα ο Μέγας Αλέξανδρος έδωσε εντολή σύμφωνα με την οποία όλοι οι Μακεδόνες στρατιώτες έπρεπε να είναι καλά ξυρισμένοι. Σιγά-σιγά οι στρατιώτες ακολούθησαν το παράδειγμά τους και η γενειάδα έχασε σταδιακά την αίγλη της.
Στην αρχαία Ρώμη, μέχρι το 296 π.Χ. οι κουρείς δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς, μέχρι που ο Τισίνιος Μένας ήρθε από τη Σικελία και σύστησε στους πολίτες το ξύρισμα. Σύντομα το ξύρισμα έγινε η νέα μόδα και τα κουρεία ο τόπος συγκέντρωσης για τους Ρωμαίους δανδήδες, οι οποίοι αφιέρωναν ένα μεγάλο μέρος του χρόνου τους στο ξύρισμα, την περιποίηση της κόμης τους αλλά και σε σπάνιες κοσμητικές θεραπείες. Μάλιστα, η αξία των κουρέων ήταν τέτοια που μέχρι και άγαλμα στήθηκε προς τιμήν του πρώτου κουρέα της Ρώμης. Όταν όμως ο Αδριανός έγινε αυτοκράτορας, η γενειάδα επανήλθε στη μόδα καθώς το πρόσωπο του ήταν γεμάτο ουλές και ελιές. Οι Ρωμαίοι πολίτες μιμήθηκαν το παράδειγμα του αυτοκράτορα μέχρι να αλλάξει και πάλι η μόδα και το καλοξυρισμένο πρόσωπο να επανέλθει στις προτιμήσεις τους, ακολουθώντας αυτή τη φορά το στυλ του Καίσαρα. Άλλωστε, οι ηγέτες ήταν αυτοί που εκτός από την πολιτική διαμόρφωναν και τις τάσεις της μόδας.
The dark ages
Στον Μεσαίωνα, η πλειονότητα των ανθρώπων ήταν αγράμματοι χωρίς γνώση γραφής και ανάγνωσης. Καθώς οι μοναχοί και οι ιερείς ήταν οι πιο μορφωμένοι, ελλείψει χειρουργών, αναλάμβαναν ιατρικά καθήκοντα προκειμένου να αντιμετωπίσουν θανατηφόρες αρρώστιες. Η αφαίμαξη ήταν η πιο δημοφιλής μέθοδος που χρησιμοποιούσαν οι ιερείς για την καταπολέμηση ασθενειών, στρατολογώντας τους κουρείς ως βοηθούς. Αυτό ήταν και το πρώτο βήμα για την «προαγωγή» του επαγγέλματος του κουρέα.
Οι κουρείς συνέχισαν ως βοηθοί του κλήρου μέχρι τον 12ο αιώνα όπου ανέλαβαν αποκλειστικά πλέον τα καθήκοντα της αφαίμαξης και όχι μόνο. Οι μικροεγχειρίσεις, το κόψιμο της βεντούζας και τα κλύσματα ήταν μερικές από τις υπηρεσίες που προσέφεραν, κυρίως στον φτωχό λαό. Οι κουρείς-χειρούργοι έγιναν η νέα πραγματικότητα, με τους Ευρωπαίους να εμπιστεύονται τις υπηρεσίες τους τόσο για τη θεραπεία ασθενειών όσο και για το παραδοσιακό ξύρισμα. Σύντομα στις λειτουργίες τους προστέθηκε και η οδοντιατρική, κάτι που προκάλεσε την έντονη δυσαρέσκεια των κανονικών οδοντιάτρων. Ωστόσο, παρά τις αντιπαραθέσεις και την έλλειψη επιστημονικών γνώσεων που τους διέκρινε, οι κουρείς συνέχισαν να ασκούν τα καθήκοντά τους για αρκετούς αιώνες ακόμα, απολαμβάνοντας την εύνοια των απλών πολιτών.
Η αρχή του τέλους
Μέχρι τον 15ο αιώνα δεν υπήρχε κανένας διαχωρισμός μεταξύ των διπλωματούχων χειρούργων και των κουρέων που είχαν όλο και περισσότερη πελατεία. Ωστόσο η έλλειψη επιστημονικών γνώσεων δεν άργησε να φανεί, καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι παραπονούνταν ότι οι κουρείς-χειρούργοι αντί να τους θεραπεύσουν τους αρρώσταιναν. Ενώ η ιατρική σημείωνε πρόοδο, οι κουρείς δεν μπορούσαν να συμβαδίσουν με τις συνεχείς εξελίξεις και οι χειρούργοι εξέφραζαν πιο δυνατά από ποτέ την αντίθεσή τους.
Εντύπωση προκαλεί το γεγονός ότι ακόμα και αν πολλές φορές γίνονταν το επίκεντρο αρνητικής κριτικής, προκειμένου να λάβει ένας χειρούργος το δίπλωμά του για την άσκηση επαγγέλματος, μαζί με τους χειρούργους έπρεπε να συνυπογράψουν δύο κουρείς. Η πρόοδος της ιατρικής ήταν ο κύριος παράγοντας που οδήγησε το επάγγελμα του κουρέα-χειρούργου στην παρακμή, με σημείο εκκίνησης τον 18 αιώνα. Μετά την απαγόρευση της άσκησης γενικής ιατρικής, η θεωρία του επαγγέλματος του κουρέα άλλαξε εξ’ ολοκλήρου, επιστρέφοντας στην αρχική της βάση. Αυτή δεν ήταν άλλη από τον καλλωπισμό και τη μόδα. Οι κουρείς άρχισαν να φτιάχνουν περούκες και σύντομα απώλεσαν την αρχαία αξιοπρέπεια της τέχνης τους, ενώ με την πάροδο του χρόνου μετετράπησαν σε απλούς εργάτες, πλην όμως αναγκαίους.
Το τελευταίο οχυρό
Μπορεί στη σύγχρονη εποχή να έχασαν την παλιά τους αίγλη σε σχέση με παλιότερες εποχές που μεσουρανούσαν, παρ’ όλα αυτά οι ναοί της αρρενωπότητας παραμένουν μία αξία σταθερή κι αναλλοίωτη μέσα στον χρόνο. Μέχρι τις αρχές του 20ού αιώνα τα κουρεία ήταν τα σημεία συγκέντρωσης των απανταχού φανατικών του στυλ αλλά και επίκεντρα ζωηρών και ακατάλληλων για το γυναικείο φύλο συζητήσεων. Κάποτε κάθε άνδρας επισκεπτόταν τουλάχιστον μία φορά την εβδομάδα τον μπαρμπέρη του για ένα επιδέξιο «κόντρα» ξύρισμα και ένα κλασικό ανδρικό κούρεμα.
Όσο για τη σχέση που αναπτυσσόταν ανάμεσα στον κουρέα και τον πελάτη, αυτή ήταν ιδιαίτερα στενή αφού ο πελάτης δεν δίσταζε να του εκμυστηρευτεί προσωπικά θέματα. Άλλωστε ποιος θα έλεγε όχι ποτέ σ’ έναν άνθρωπο που κρατάει λεπίδα; Οι σημερινές διευκολύνσεις και η έλλειψη χρόνου που διακρίνει τους περισσότερους άντρες έχουν κάνει σπάνια την επίσκεψη στον κουρέα, «σβήνοντας» ακόμα ένα σημαντικό κομμάτι του πολιτισμού από τον «χάρτη» της ανθρωπότητας. Ωστόσο τίποτα δεν θα μπορούσε να συγκριθεί με τη μοναδική περιποίηση, το βελούδινο ξύρισμα με τις ασημένιες και δροσερές λεπίδες, τα αρωματικά έλαια, τις ζεστές πετσέτες και το οικείο κλίμα ενός παραδοσιακού κουρείου. Ίσως αν ο εκπρόσωπος των απανταχού gentleman Beau Brummell έβλεπε τη σημερινή κατάσταση, στην οποία έχει περιέλθει μία από τις αρχαιότερες αντρικές συνήθειες, να «έτριζαν» τα κόκαλά του…
Barber Poles
Το παγκοσμίως αναγνωρίσιμο έμβλημα του κουρείου Barber Pole, είναι κληρονομιά της υπηρεσίας αφαίμαξης που προσέφεραν οι κουρείς κατά τον Μεσαίωνα. Ο πελάτης έσφιγγε το ραβδί για να διευκολύνει τη ροή του αίματος και να πραγματοποιηθεί η αφαίμαξη. Τα πρώτα Barber Poles είχαν στο πάνω μέρος ένα δοχείο, στο οποίο φυλάσσονταν οι βδέλλες. Όσο για τα χρώματά του, το κόκκινο συμβολίζει το αίμα, το λευκό τις γάζες και το μπλε τις φλέβες. Σύμφωνα με άλλη εξήγηση, μετά το τέλος της εγχειρητικής διαδικασίας ο κουρέας ξέπλενε τις γάζες και τις κρεμούσε στο ραβδί για να στεγνώσουν. Καθώς οι γάζες ανέμιζαν, δημιουργούνταν ένα σπειροειδές σχήμα σε λευκό και κόκκινο χρώμα, το οποίο αποτέλεσε το πρότυπο των σύγχρονων Barber Poles.
Πάρ’ την τέχνη και κούρευ’ την…
Μυστήριο, δράμα και κωμικά γεγονότα συνθέτουν το πάζλ της καλλιτεχνικής ύπαρξης του κουρέα στον κινηματογράφο και το θέατρο, συστήνοντας τους πιο περίεργους και επιδέξιους fictional χαρακτήρες. Προσοχή, κρατάνε ψαλίδι …
Ο κουρέας της Σεβίλλης
Ο κόντε Almaviva, μεταμφιεσμένος σε φτωχό Lindoro, προσπαθεί να σαγηνέψει με την προσωπικότητά του την όμορφη Rosina. Αρωγός σ’ αυτήν την προσπάθεια είναι ο πολυπράγμων Figaro, ένας κουρέας που καταπιάνεται μ’ ό,τι περνά από το χέρι του. Άλλωστε οι μπαρμπέρηδες της εποχής δεν είχαν μόνο ένα αντικείμενο, αφού ασχολούνταν με αρώματα μέχρι γιατροσόφια. Στην κωμική όπερα του G. Rossini, ο Figaro είναι ένας παραδοσιακός πολυμήχανος κουρέας, στην καρέκλα του οποίου δίνουν και παίρνουν εξομολογήσεις, συμβουλές και κουτσομπολιά, αποτελώντας τον πρόδρομο του φροϋδικού ντιβανιού. Figaro, Figaro, Fiιιgaroοο!
Σουίνι Τοντ:
Ο δαιμονικός κουρέας της οδού Φλιτ
Στη μακάβρια όπερα του Tim Burton, ο Johnny Depp ερμηνεύει τον περιβόητο serial killer της οδού Φλιτ που επέστρεψε από την φυλακή και «τυφλωμένος» από οργή για τη ραδιουργία που έπαιξε εις βάρος του ένας δικαστής, αποφασίζει να πάρει τον νόμο στα χέρια του. Το κουβάρι της εκδίκησης ξετυλίγεται σ’ ένα διώροφο το οποίο μετατρέπεται σε μαγαζάκι του τρόμου, καθώς ο φονικός κουρέας κόβει τον λαιμό των πελατών του με το ξυράφι του και προμηθεύει τα πτώματά τους στην κυρία Λόβετ, ιδιοκτήτρια του ισόγειου μαγαζιού κάτω από το κουρείο του, που στη συνέχεια τα πολτοποιεί και τα χρησιμοποιεί ως secret ingredient στις πίτες της. Όσο η φήμη του Σουίνι Τοντ ως κουρέα μεγαλώνει, τόσο ο μαύρος καπνός απ' το φουγάρο του φούρνου της Λόβετ απλώνεται στο βικτωριανό Λονδίνο…
Ο Ψαλιδοχέρης
Ένα γοτθικό παραμύθι σημείο κατατεθέν της ποπ κουλτούρας του ‘90, μέσα από το οποίο παρουσιάζεται η τραγική φιγούρα του ήρωα που μένει μόνος στον κόσμο, έχοντας ψαλίδια αντί για χέρια, όταν ο εκκεντρικός εφευρέτης του πεθαίνει ξαφνικά και τον αφήνει… ατελείωτο. Όμως σύντομα μία κυρία τον ανακαλύπτει και αποφασίζει να τον βγάλει από τη μοναξιά του, φιλοξενώντας τον μαζί με την οικογένειά της στην πόλη. Ο σκοτεινός και μοναχικός Έντουαρντ παλεύει να βρει τη θέση του μέσα στον κόσμο των πολύχρωμων αμερικάνικων προαστίων. Με τα ευφάνταστα γλυπτά από πάγο και τα αλλοπρόσαλλα κουρέματά του, γίνεται ιδιαίτερα δημοφιλής στις καθωσπρέπει κυρίες, όμως η αθωότητα και ο ενθουσιασμός του δεν γίνονται εύκολα αποδεκτά απ’ όλους τους κατοίκους του Χόουπ Σπριγκς.
Ο άνθρωπος που δεν ήταν εκεί
Ο λιγόλογος και σκυθρωπός μπαρμπέρης τον οποίο ενσαρκώνει ο Billy Bob Thorton, δουλεύει σ’ ένα μικρό κουρείο στην Καλιφόρνια και βλέποντας τα χρόνια να περνούν, αποφασίζει να εμπιστευτεί τα χρήματα που δεν έχει σ’ έναν απατεώνα επιχειρηματία, ενώ εκβιάζει ανώνυμα τον εραστή της γυναίκας του, ώστε να του αποσπάσει το ποσό. Με διαπιστευτήρια φιλμ νουάρ, μέσα από τον μελαγχολικό χαρακτήρα του κουρέα αναδεικνύεται η ανοησία και η ματαιότητα που κυριαρχούν στην ανθρώπινη ύπαρξη. Άλλωστε ο πρωταγωνιστής, μέσα στα καλοσιδερωμένα πουκάμισά του, καπνίζοντας διαρκώς, εμφανίζεται σαν ένας απαθής και αφελής Humphrey Bogart.