Ο James Pacenza, υπάλληλος για 19 χρόνια της IBM, απολύθηκε, επειδή περνούσε υπερβολικό χρόνο στα chat rooms του Διαδικτύου και επειδή ένας συνάδελφός του τον είδε να συμμετέχει σε «ανήθικες» συζητήσεις σεξουαλικού περιεχομένου στο Internet.
H IBM ισχυρίστηκε ότι το να χρησιμοποιεί το Διαδίκτυο γι’ αυτόν το σκοπό, αποτελούσε παραβίαση των κανόνων επαγγελματικής συμπεριφοράς και συνιστούσε λανθασμένη χρήση της περιουσίας της επιχείρησης· άρα η εταιρεία είχε κάθε δικαίωμα να διακόψει τη συνεργασία μαζί του.
Ο ίδιος, από την πλευρά του, υποστηρίζει ότι το ενδιαφέρον του γι’ αυτά τα chat rooms είναι μία μορφή εθισμού που πηγάζει από το μετατραυματικό σοκ που υπέστη από τότε που επέστρεψε από τον πόλεμο του Βιετνάμ. Όπως και να ‘ναι, όμως, το chat room του Pacenza, του κόστισε τη δουλειά του.
Ο Pacenza υπέβαλε αγωγή στην IBM, ζητώντας αποζημίωση 5 εκατομμυρίων δολαρίων για παράνομη απόλυση. Ο δικηγόρος του, Michael Diederich Jr., ισχυρίζεται ότι η IBM απέλυσε τον πελάτη του χωρίς προηγουμένως να κάνει τις απαραίτητες ερωτήσεις ή να προσπαθήσει να εξετάσει όλες τις πτυχές της υπόθεσης. Ο Diederich υποστηρίζει ότι υπάρχουν πολλά βήματα που θα μπορούσε να είχε κάνει η IBM· για παράδειγμα να περιορίσει στο συγκεκριμένο υπάλληλο τη χρήση του Διαδικτύου ή να μπλοκάρει συγκεκριμένες ιστοσελίδες.
Η υπόθεση καθυστέρησε αρκετό καιρό εξαιτίας των προβλημάτων υγείας του Pacenza, αλλά πρόσφατα ξαναήρθε στο προσκήνιο με την IBM να ζητάει απαλλαγή και να τη χαρακτηρίζει «υπόθεση χωρίς σπουδαιότητα». Με μια πρώτη ματιά, μπορεί όντως να φαίνεται απλή υπόθεση. Ο Pacenza δεν αρνείται ότι χρησιμοποιούσε chat rooms εν ώρα εργασίας και η σύμβαση με την εταιρεία περιλάμβανε όρο που προέβλεπε διακοπή της συνεργασίας με τους υπαλλήλους, οι οποίοι χρησιμοποιούσαν το Διαδίκτυο κατά τρόπο «ανάρμοστο».
Παθολογικός εθισμός
Αν κοιτάξουμε όμως σε βάθος, παρόμοιες υποθέσεις που αφορούν στην εσφαλμένη χρήση του Internet, δεν είναι τόσο απλές όσο φαίνονται αρχικά, εξαιτίας μίας συνεχώς εντεινόμενης διαμάχης σχετικά με το αν ο εθισμός στο Διαδίκτυο είναι παθολογικής φύσης.
Ο Diederich λέει ότι «η αναγνώριση από τα δικαστήρια, είτε στη συγκεκριμένη είτε σε μία μελλοντική υπόθεση, ότι η υπερβολική χρήση του Internet είναι μία ανεξέλεγκτη εξάρτηση και όχι απλά μία κακή συνήθεια, θα μπορούσε να επαναπροσδιορίσει την κατάσταση ως μία ψυχολογική βλάβη, άξια ιδιαίτερης προσοχής και προστασίας».
Κάτι τέτοιο θα είχε σοβαρές προεκτάσεις στον τρόπο με τον οποίο οι εταιρείες αντιμετωπίζουν το φαινόμενο. «Για αρχή, οι επιχειρήσεις θα αναγκάζονταν να παρέχουν ιατρική συνδρομή ή να λαμβάνουν άλλα μέτρα για τους υπαλλήλους που δεν μπορούν να ελέγξουν τη χρήση του Internet», λέει ο Brian East, πρόεδρος της επιτροπής αναπηρικών δικαιωμάτων του National Employment Lawyers' Assn.
Ο East ισχυρίζεται ότι η αναγνώριση ότι η κατάχρηση του Internet είναι πάθηση, θα έκανε τους εργοδότες να σκέφτονται καλύτερα πριν απολύσουν υπαλλήλους που αντιμετωπίζουν το συγκεκριμένο πρόβλημα. Αν υποθέσουμε ότι θ’ αναγνωριστεί ως πάθηση, θα πρέπει να εξεταστεί ακριβώς όπως ο αλκοολισμός», λέει ο East.
Προς το παρόν, η καταναγκαστική χρήση του Internet δεν συμπεριλαμβάνεται στη λίστα με τις επίσημες και πιστοποιημένες διανοητικές και ψυχολογικές παθήσεις· παρ ‘όλα αυτά αρκετοί ψυχίατροι και ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι θα έπρεπε σύντομα να αναγνωριστεί ο παθολογικός της χαρακτήρας.
Ανάμεσα σ’ αυτούς είναι και ο δόκτωρ David Greenfield, καθηγητής ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ και συγγραφέας του βιβλίου Virtual Addiction, ο οποίος συγκρίνει την καταναγκαστική χρήση του Internet με τον αλκοολισμό και την εξάρτηση από τα ναρκωτικά ή τον τζόγο.
«Όπως οι αλκοολικοί ή οι τοξικομανείς, εκείνοι που είναι εθισμένοι στο Internet, το κάνουν για να νιώσουν καλύτερα», ισχυρίζεται ο Greenfield. Υπάρχουν επίσης, πολλοί που δεν μπορούν να σταματήσουν, παρά τις επιπλήξεις από τους προϊσταμένους τους, τις συγκρούσεις με μέλη του οικογενειακού και φιλικού τους περιβάλλοντος, ή ακόμα και παρά τυχόν χρέη, εξαιτίας του web shopping ή του web gambling.
«Δεν πρέπει να μας εκπλήσσει ότι δεν έχει αναγνωριστεί ακόμα η παθολογική διάσταση του φαινομένου, γιατί τέτοιες αντιλήψεις αλλάζουν πολύ αργά», λέει ο Greenfield. «Αλλά όταν δουλεύεις με κλινικές περιπτώσεις και έχεις να κάνεις με ανθρώπινες ζωές, δεν έχεις την πολυτέλεια να περιμένεις μέχρι να νομιμοποιηθούν τέτοια θέματα.
Σήμερα, υπάρχει ένα τεράστιο πρόβλημα με τη χρήση του Διαδικτύου στο χώρο εργασίας και δεν μπορούμε να υποκρινόμαστε ότι δεν υπάρχει, μόνο και μόνο επειδή δεν έχει βρεθεί επίσημος χαρακτηρισμός για το πρόβλημα».
Ομάδα ερευνητών της ιατρικής σχολής του Πανεπιστημίου του Στάνφορντ παρουσίασε μία μελέτη που αποδεικνύει ότι ένας σημαντικός αριθμός Αμερικανών παρουσιάζει συμπτώματα εξάρτησης από το Internet. Ένα 14% ανέφερε ότι του ήταν πολύ δύσκολο να μείνει μακριά από το Internet για μία ολόκληρη μέρα, λίγο πάνω από το 12% είπε ότι παρέμενε online περισσότερο από αυτό που σχεδίαζε αρχικά και σχεδόν το 9% είπε ότι κρατούσε κρυφή τη σχέση του με το Διαδίκτυο. Τέλος, σχεδόν το 6% είπε ότι είχε αντιμετωπίσει προβλήματα στις σχέσεις του, εξαιτίας του εθισμού του στο Internet chat.
O δόκτωρ Elias Aboujaoude, διευθυντής της κλινικής Impulse Control Disorders του Στάνφορντ, όπου διεξήχθη η έρευνα, υποστηρίζει ότι υπάρχουν ξεκάθαρες ομοιότητες ανάμεσα στην κατάχρηση του Internet και σε άλλες εξαρτήσεις. «Υπάρχουν άνθρωποι που μου λένε ότι είναι φοβερά ανήσυχοι αν δεν ελέγξουν μία μέρα τα e-mail τους και ότι υποφέρουν από υπερβολικό άγχος όταν προσπαθούν να περιορίσουν τη χρήση του Διαδικτύου», λέει ο Aboujaoude.
Παρ ’όλα αυτά, δεν προχωρεί τόσο ώστε να το χαρακτηρίσει πάθηση. Η συγκεκριμένη κλινική σχεδιάζει μία ακόμη πιο ενδελεχή μελέτη για να καθορίσει αν τελικά ο εθισμός στο Internet είναι πάθηση και όχι απλώς η εκδήλωση μίας κακής συνήθειας. «Μέχρι να ολοκληρωθούν όλες οι μορφές της έρευνας και να εξεταστούν όλες οι περιπτώσεις, είναι πολύ νωρίς ακόμα για να χαρακτηρίσουμε ασθένεια την καταχρηστική χρήση του Διαδικτύου», λέει ο Aboujaoude.
Διεθνείς τρόποι αντιμετώπισης
Σύμφωνα με την ψυχολόγο Kimberly Young, ιδρύτρια του Center for Internet Addiction Recovery του Bradford, οι ΗΠΑ βρίσκονται ακόμα πίσω από άλλες χώρες στην παραδοχή ότι η καταχρηστική χρήση του Internet αποτελεί πάθηση που χρήζει ειδικής μεταχείρισης. Η Κορέα για παράδειγμα, έχει ιδρύσει το Centre for Internet Addiction Prevention & Counseling, στην προσπάθεια να προλάβει αυτό που η κυβέρνησή της αναγνωρίζει ως ένα εντεινόμενο πρόβλημα στη χώρα, τη στιγμή μάλιστα που τον περασμένο Οκτώβριο, ένας 24χρονος πέθανε, μετά από 86 ώρες non-stop μπροστά στον υπολογιστή.
Και η Κίνα όμως αναγνωρίζει την παθολογική διάσταση του φαινομένου. Οι Κινέζοι εργοδότες έχουν τη δυνατότητα να στείλουν υπαλλήλους τους σε κλινική αποτοξίνωσης για να αντιμετωπίσουν την εξάρτησή τους από το Internet, όπου υποβάλλονται σε συνεχείς ασκήσεις και θεραπευτικές αγωγές, που τους βοηθούν να ανακτήσουν τη χαμένη τους ενέργεια.
Τρόποι πρόληψης
Καθώς η διαμάχη σχετικά με την παθολογική ή μη διάσταση της κατάχρησης του Διαδικτύου μαίνεται, πολλές επιχειρήσεις ανά τον κόσμο κάνουν βήματα για να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, πέρα από τυπικά εφαρμοσμένες τακτικές. Η Young, συγγραφέας του Caught in the Net, λέει ότι αρκετά συχνά μιλάει με εταιρείες σχετικά με το φαινόμενο.
«Θέλουν να ασχοληθούν με το πρόβλημα και όσο το δυνατόν να ελαχιστοποιήσουν τις επιπτώσεις του», υποστηρίζει. Βέβαια, οι περισσότερες εταιρείες είναι ακόμη φιλύποπτες ως προς το να δουν το φαινόμενο ως πάθηση. «Στην πλειοψηφία τους οι εταιρείες είναι ακόμη λίγο διστακτικές», λέει η Young. «Αλλά το να εξετάσουν τις συνέπειες είναι προτιμότερο γι’ αυτές από το να απολύουν ξαφνικά τους υπαλλήλους τους».
Μερικές εταιρείες θεωρούν επομένως, ότι η καλύτερη «θεραπεία» για το συγκεκριμένο πρόβλημα δεν είναι η απόλυση αλλά η προληπτική ιατρική. Κάποιες, δηλαδή, περιορίζουν τη δυνατότητα χρήσης του Internet μόνο στους υπαλλήλους που το χρειάζονται για τη δουλειά τους ή ξοδεύουν χρήματα για να μπλοκάρουν είτε να φιλτράρουν τα sites, ώστε να εμποδίσουν τους υπαλλήλους να χρησιμοποιούν το Διαδίκτυο για προσωπική χρήση.
Επιπλέον, εργοδότες εφιστούν την προσοχή των στελεχών τους στο πρόβλημα, με συνεχείς συσκέψεις και συζητήσεις, προσπαθώντας να αποφύγουν τυχόν χαμηλή παραγωγικότητα, ή ακόμη και τη δημιουργία κακών σχέσεων ανάμεσα στους υπαλλήλους, όταν μερικοί εκλαμβάνουν τα «πονηρά» sites κάποιων συναδέλφων τους ως δείγμα διαστροφής.
Η Delta Airlines, από την άλλη πλευρά, αναγνωρίζει ότι δεν είναι δυνατόν να περιορίζει κάποιος τη χρήση του Internet στους υπαλλήλους του. Ο συνήγορος της Delta Airlines για εργασιακά ζητήματα, υποστηρίζει ότι η «εταιρεία, ενίοτε επιτρέπει στο προσωπικό της να σερφάρει στο Internet για προσωπικά ζητήματα, με την προϋπόθεση να μην επηρεάζει αυτό την παραγωγικότητά του. Δεν θεωρούμε ότι αν κάποιος κάνει σωστά τη δουλειά του και χρησιμοποιεί ταυτόχρονα το Internet, αποτελεί πρόβλημα για εμάς».
Όταν βέβαια, η συμπεριφορά αυτή προκαλεί πρόβλημα στην επιχείρηση, πάντα πρέπει λαμβάνονται τα σωστά μέτρα. «Όταν, για παράδειγμα, ένας υπάλληλος δεν είναι αποδοτικός και επισκέπτεται όλη μέρα πορνογραφικά sites, είναι επιρρεπής στην απόλυση». Και όσον αφορά τη συσχέτιση του διαδικτυακού εθισμού με παθήσεις όπως ο αλκοολισμός, ο Obdyke είναι ξεκάθαρος: «Δεν αναγνωρίζουμε τον παθολογικό χαρακτήρα της συγκεκριμένης εξάρτησης».
Από ό,τι διαπιστώνουμε, τελικά, οι απόψεις είναι τόσο διφορούμενες όπως έτσι κι αλλιώς διφορούμενη είναι και η φύση της κατάχρησης του Internet. Το μόνο αδιαμφισβήτητο γεγονός είναι ότι, από εδώ και στο εξής, δικαστικές υποθέσεις παρόμοιες με εκείνη του Pacenza, θα απασχολούν πολύ συχνά τον διεθνή, και όχι μόνο, επιχειρηματικό κόσμο.